Ενα κομμάτι της αθηναϊκής κληρονομιάς βγαίνει στο σφυρί από τον οίκο Sotheby’s. Πόσες ιστορίες θα μπορούσε να αφηγηθεί, πόσους κύκλους ζωής έχει βιώσει αυτό το κτίριο-ορόσημο, το πρώτο ξενοδοχείο που λειτούργησε στην Αθήνα το 1837.
Εμβλημα της μεταεπαναστατικής περιόδου. Ενα ιστορικό ακίνητο που σφράγισε τη φυσιογνωμία του τοπίου γύρω από τον βράχο της Ακρόπολης. Το αλλοτινό ξενοδοχείο «Αίολος», που πλέον φέρει το όνομα «Agnes», βρίσκεται στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας επί των οδών Αιόλου και Αδριανού. Σε πείσμα του χρόνου, που έχει -μέσω της κατεδάφισης- εξαλείψει τα περισσότερα ιστορικά κτίρια, εκείνο παραμένει όρθιο. Στα θεμέλιά του αντανακλάται η αρχαιότητα και στον περιβάλλοντα χώρο η ιστορική πορεία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
H ανάρτηση του οίκου Sotheby’s για τη δημοπρασία του κτιρίου με τιμή εκκίνησης 18.000.000 ευρώ.
Η Αθήνα διαχρονικά ταυτίζεται με το εξέχον σύνολο της Πλάκας. Τα παράθυρα του ξενοδοχείου ατενίζουν αυτό το τοπίο και αντλούν ιστορική νοηματοδότηση από κάθε λιθαράκι που εμπεριέχει το ιστορικό αποτύπωμα της πόλης. Σε αυτή τη δημοπρασία, λοιπόν, ο νέος ιδιοκτήτης δεν θα αποκτήσει μονάχα ένα κτίριο σπάνιας αρχιτεκτονικής ομορφιάς σε μοναδική τοποθεσία στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας με θέα την Ακρόπολη. Κληρονομεί μαζί του και ψήγματα της ελληνικής Ιστορίας, έναντι του ποσού των 18 εκατ. ευρώ.
To ξενοδοχείο «Αίολος» σε φωτογραφία εποχής
Οι δημοπρασίες του οίκου Sotheby’s έχουν ταυτιστεί με πολύτιμα έργα τέχνης, μυθικά κοσμήματα, σπάνια κρασιά, μοναδικά αυτοκίνητα, ακόμα και προσωπικά αντικείμενα διασημοτήτων που αγγίζουν δυσθεώρητες τιμές. Οι υποψήφιοι αγοραστές είναι διατεθειμένοι να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη και να αναμετρηθούν με όμοιούς τους ώστε να αποκτήσουν κάτι μοναδικό, ένα «κομμάτι Ιστορίας». Είτε πρόκειται για μανιώδεις συλλέκτες, είτε για επενδυτές, είτε απλά για προνομιούχους που εμπλουτίζουν με τον τρόπο αυτό την προσωπική τους περιουσία και αίγλη, οι δημοπρασίες ανέκαθεν είχαν το κοινό τους. Λιγότερο γνωστές στο ευρύ κοινό είναι οι δημοπρασίες ακινήτων, στις οποίες επίσης διαπρέπει ο συγκεκριμένος οίκος από το 1973. Ουσιαστικά δημιουργήθηκε ένα ξεχωριστό σχήμα εντός του οίκου Sotheby’s, με στόχο να εξυπηρετεί τους εκλεκτούς πελάτες του, οι οποίοι είχαν την οικονομική άνεση να αναζητήσουν εμβληματικά οικήματα σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει μπει για τα καλά στον χάρτη του πολυτελούς διεθνούς real estate, προσελκύοντας αγοραστές που δεν διστάζουν να διαθέσουν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για ένα υπερπολυτελές σπίτι σε κάποιο ελληνικό νησί. Εντύπωση, όμως, προκαλεί αυτό το ιδιαίτερο ακίνητο που βγαίνει σε δημοπρασία. Συνδυάζει αλληλένδετα την τοποθεσία και την Ιστορία.
Κομμάτι της Ιστορίας
Ο μελλοντικός πλειοδότης αγοραστής θα μπορεί να καυχιέται ότι θα έχει πλέον στην κατοχή του ένα κομμάτι της Ελληνικής Ιστορίας. Πρόκειται για το πρώτο ξενοδοχείο που λειτούργησε στην Ελλάδα, το 1837, σηματοδοτώντας τη μετεπαναστατική περίοδο. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Το κτίριο κατασκευάστηκε ανάμεσα σε έναν απέραντο σωρό αρχαίων ερειπίων.
Τότε η Αθήνα είχε το μέγεθος χωριού. Ηταν περιορισμένη γύρω από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Αν και ο ακριβής αριθμός των κατοίκων της δεν έχει καθοριστεί, οι υπολογισμοί κάνουν λόγο για περίπου δέκα χιλιάδες ψυχές. Αυτοί ζούσαν στα χαμηλά σπιτάκια που κυριαρχούσαν ανάμεσα στα αρχαία χαλάσματα και τα τείχη που διαχώριζαν την πόλη από τον αγροτικό πληθυσμό.
Για να κατανοήσει κανείς τη γέννηση του εμβληματικού κτιρίου που πλέον πωλείται μέσω του Sotheby’s, αξίζει να θυμηθεί την περιγραφή του Γάλλου ρομαντικού Λαμαρτίνου, ο οποίος επισκέφτηκε την Αθήνα δύο χρόνια πριν την οικοδόμηση του ξενοδοχείου. Περιγράφει την πόλη ως «έναν μπερδεμένο λαβύρινθο από στενοσόκακα στρωμένα με γκρεμισμένους τοίχους, σπασμένα κεραμίδια, πέτρες και μάρμαρα ριγμένα ανάκατα».
Το ξενοδοχείο σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε από τον Σταμάτη Κλεάνθη. Ως τοποθεσία του επιλέχθηκε ο βασικός εμπορικός άξονας, στις οδούς Αιόλου, Ερμού και Αθηνάς, γύρω από την πλατεία Καπνικαρέας και την πλατεία Λουδοβίκου. Ο Κλεάνθης την εποχή εκείνη ήταν μόλις 30 ετών. Είχε γεννηθεί στο τουρκοκρατούμενο Βελβεντό της Κοζάνης. Ερωτεύτηκε την Αρχιτεκτονική και ο έρωτάς του τον οδήγησε στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Βερολίνου.
O αρχιτέκτονας Σταμάτης Κλεάνθης σχεδίασε το κτίριο το 1835
Θα παρέμενε εκεί αν ο φίλος και συνεργάτης του Γερμανός μηχανικός Εδουάρδος Σάουμπερτ δεν τον έπειθε να επιστρέψουν στην Ελλάδα ώστε να συμβάλουν στην ανοικοδόμηση και ανασυγκρότησή της. Ο Καποδίστριας, αναγνωρίζοντας την αξία τους, τους ενέταξε στην ομάδα των «Αρχιτεκτόνων της Κυβερνήσεως». Μεταξύ άλλων δημιούργησαν και το πολεοδομικό σχέδιο των Νέων Αθηνών, το οποίο, δυστυχώς, δεν ευοδώθηκε ποτέ.
Ο Κλεάνθης αποδείχθηκε και τετραπέρατος επιχειρηματίας.
Αγόρασε διάφορες εκτάσεις γης στην Αθήνα.
Πίστευε ακράδαντα ότι η πόλη δεν θα αργήσει να αναπτυχθεί. Αν και ο αρχιτέκτονας του ξενοδοχείου ήταν τόσο επιφανής, ο ιδιοκτήτης του παραμένει άγνωστος.
Μπορεί η ταυτότητά του να παρασύρθηκε στη λήθη του χρόνου, αλλά ένα είναι σίγουρο: επρόκειτο για κάποιον πρωτοπόρο, μια και δεν υπήρχαν μέχρι τότε ξενοδοχεία. Επένδυσε σε κάτι που δεν είχε τολμήσει κανείς άλλος. Μέχρι τότε, οι διάφοροι επισκέπτες και περιηγητές της Αθήνας έβρισκαν στέγη όπου μπορούσαν.
Συνήθως διανυκτέρευαν σε σπίτια ντόπιων έναντι κάποιου ασήμαντου ποσού και στην καλύτερη των περιπτώσεων σε πρώιμα πανδοχεία, τα γνωστά σε όλους είτε με την ονομασία «Χάνι» είτε «Καραβάν Σεράι», όπου τους προσέφεραν μια κουβέρτα και περιορισμένο χώρο στο πάτωμα.
Τα Χάνια ούτε λίγο ούτε πολύ προσέφεραν απλά μια σκεπή για να προστατευτεί κανείς από τη βροχή. Τις συνθήκες της εποχής περιγράφει και ο περιηγητής Εντμοντ Αμπού.
«Οι Ελληνες της μεσαίας τάξης ταξιδεύουν με το κρεβάτι τους, που συχνά αποτελείται από μια κουβέρτα. Δεν ζητούν, λοιπόν, από τους ξενοδόχους παρά έναν χώρο μήκους έξη ποδών για να ξεκουράσουν το κορμί τους. Υπάρχουν τριάντα πανδοχεία στην Αθήνα που μπορούν να τους τον προσφέρουν».
O σημερινός ιδιοκτήτης του, Σπ. Μπαϊρακτάρης
Υπό αυτές τις συνθήκες ξεκίνησε η ανέγερση του ξενοδοχείου «Αίολος» το 1835, που ολοκληρώθηκε δύο χρόνια αργότερα.
Σύμφωνα με την Αρχαιολογική Υπηρεσία της Πόλης των Αθηνών, πρόκειται για ένα απλό εξωτερικά διώροφο κτίριο, το οποίο διέθετε 25 δωμάτια και χαρακτηρίζεται από «οθωνική αρχιτεκτονική μορφολογία, με θέα στην Ακρόπολη και πολλά παράθυρα που βλέπουν προς την πλευρά των δύο δρόμων». Το ισόγειο είναι επιφανείας 450 τ.μ. με πρόσβαση σε μια μικρή πίσω αυλή όπου υπήρχε βρύση με τρεχούμενο νερό. Ο πρώτος όροφος είναι 333 τ.μ. Εκεί οδηγεί μια ξύλινη σκάλα. Ο προθάλαμος ήταν πλακοστρωμένος με βότσαλα θαλάσσης και πλάκες Τήνου και οδηγούσε σε 13 δωμάτια και έναν χώρο υγιεινής. Μια δεύτερη σκάλα κατέληγε στον κεντρικό χώρο υποδοχής του δευτέρου ορόφου, όπου υπήρχαν ακόμα 12 δωμάτια και ένας ακόμα χώρος υγιεινής. Ο κεντρικός χώρος του προθαλάμου οδηγούσε στην ταράτσα.
Το υπόγειό του, 450 τ.μ., είναι εκείνο που παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Εκεί αποκαλύφθηκαν αρχαίες κολώνες και ένα αρχαίο πηγάδι και πλέον εκτίθενται προστατευμένα με την άδεια της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας εντός του κτιρίου. Οπως αποδείχτηκε, το κτίριο χτίστηκε σε τοποθεσία που βρισκόταν η Βιβλιοθήκη του Αδριανού, που δημιουργήθηκε από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα το 132 μ.Χ.
Στο υπόγειό του βρέθηκαν αρχαία ευρήματα της εποχής του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού
Σύμφωνα με την καταχώρηση του Sotheby’s, σε αυτό «υπάρχουν ευρήματα της εποχής του Αδριανού: κίονες, πλάκες, επιγραφές και αρχαίο πηγάδι. Είναι τμήματα της βιβλιοθήκης του Αδριανού (132 μ.Χ.)». Ξεκαθαρίζεται, μάλιστα, ότι έχει εκδοθεί σχετική άδεια «για να παραμείνουν oι αρχαιότητες στον χώρο της ιδιοκτησίας, με την προϋπόθεση της διατήρησής τους και της προστασίας τους με ειδικά, γυάλινα δάπεδα και φωτισμό».
Την εποχή που ο «Αίολος» άνοιξε τις πόρτες του και φιλοξένησε τους πρώτους πελάτες κυκλοφόρησε και μια διαφημιστική καταχώρηση στις εφημερίδες για την προώθηση του ξενοδοχείου.
«Υπό το όνομα “Αίολος” ανοίγεται ξενοδοχείον εν Αθήναις, πλησίον της πλατείας του Πλατάνου και της Πνυκός. Εις το ξενοδοχείον τούτο δίδονται δωμάτια εφοδιασμένα με κραββάτους και έπιπλα ευρωπαϊκά, πωλούνται δε διαφόρων ειδών οίνοι της Ευρώπης και άλλα διάφορα οινοπνευματώδη ποτά. Δίδεται πρόγευμα με τσάι και διάφορα άλλα ξηρά βρώματα.Τα φαγητά της τραπέζης γίνονται και κατά τον ευρωπαϊκόν και κατά τον τουρκικόν τρόπον, αι δε τράπεζαι είναι εις πάσαν ώραν έτοιμαι. Τα πάντα δίδονται εις μετρίας τιμάς». Περίπου την ίδια εποχή λειτούργησε και ένα ακόμα ξενοδοχείο ως βασικός ανταγωνιστής του «Αιόλου». Αυτό, όμως, δεν ανήκε σε Ελληνες. Το «Albergo Nuovo» δημιουργήθηκε από έναν Ιταλό ονόματι Καζάλι. Η σύζυγός του, η οποία ήταν από την Αυστρία, διηύθυνε το ξενοδοχείο, το οποίο αργότερα μετονομάστηκε σε «Hotel de l’ Εurope» και στη συνέχεια σε «Ηotel Royal».